электризация - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

электризация - translation to πορτογαλικά

Электризация; Электризация тел
  • кошки]] из-за статического электричества
  • Волосы ребёнка наэлектризовались от трения.

электризация      
electrização (f)
electrização      
электризация
eletrização         
ESQUEMAS DE CIRCUITO
Eletrização; Electricidade estática
электризация

Ορισμός

электризация
ЭЛЕКТРИЗ'АЦИЯ, электризации, мн. нет, ·жен.
1. Сообщение телу электрического заряда (физ.).
2. Лечение электричеством (мед.). Сеанс электризации.

Βικιπαίδεια

Статическое электричество

Стати́ческое электри́чество — совокупность явлений, связанных с возникновением, сохранением и релаксацией свободного электрического заряда на поверхности или в объёме диэлектриков или на изолированных проводниках.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για электризация
1. Впрочем, электризация облака может зависеть и от геомагнитного поля Земли.
2. Я даже не знала, что такое может быть [Брихова] [электризация воздуха при горении магния.